απορρίμματα

απορρίμματα
Άχρηστα υλικά που προέρχονται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και αποβάλλονται στο περιβάλλον σε διάφορες μορφές (στερεά, υγρά, αέρια). Αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα σημερινά οικολογικά προβλήματα, γιατί ο σύγχρονος τρόπος ζωής αυξάνει συνεχώς τον όγκο τους και κάνει πιο πολύπλοκες της διαδικασίες χειρισμού τους. Ενδεικτικά, μόνο τα στερεά α. τα οποία παράγει καθημερινά το κέντρο της Αθήνας (ο δήμος Αθηναίων), δηλαδή μια πόλη περίπου 800.000 κάτ., ξεπερνούν σε βάρος το 1.500.000 τόνους και για την περισυλλογή τους απαιτούνται 120 ειδικά απορριμματοφόρα αυτοκίνητα και περίπου 500 άτομα, τα οποία εργάζονται σε 24ωρη βάση. Το πρόβλημα όμως δεν είναι τόσο ποσοτικό όσο ποιοτικό, γιατί με την πάροδο του χρόνου μεταβάλλονται συνεχώς τα υλικά συσκευασίας που καταλήγουν στα σκουπίδια. Πριν από μερικές δεκαετίες, για παράδειγμα, τα τρόφιμα συσκευάζονταν σε χάρτινες σακούλες και γυάλινες φιάλες, υλικά που δεν προκαλούσαν ιδιαίτερα περιβαλλοντικά προβλήματα. Σήμερα, το χαρτί και το γυαλί έχουν αντικατασταθεί από συνθετικά υλικά, όπως το πολυπροπυλένιο και τα θερμοπλαστικά, τα οποία δεν μπορούν να επισκευαστούν αλλά πρέπει να πεταχτούν μετά τη χρήση. Έτσι, παρατηρείται το περίεργο εκ πρώτης όψεως φαινόμενο, το βάρος των α. των μεγάλων πόλεων να μένει σταθερό ή και να μειώνεται, αλλά να αυξάνει συνεχώς ο όγκος τους. Επιπλέον, τα πλαστικά δεν διασπώνται με τις συνηθισμένες βιολογικές διαδικασίες, γιατί είναι τεχνητά υλικά και στη φύση δεν υπάρχουν ένζυμα κατάλληλα για τη διάσπασή τους, ενώ δεν είναι δυνατόν να καούν, γιατί με την καύση τους παράγονται τοξικά αέρια που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα. Αποσυντίθενται βέβαια, αλλά μετά από εκατοντάδες χρόνια, με συνέπεια να αυξάνεται συνεχώς ο όγκος τους χρόνο με τον χρόνο. Αν το πρόβλημα αυτό εξεταστεί σε συνδυασμό με τη συνεχή αύξηση του πληθυσμού των πόλεων και την αύξηση της κατανάλωσης τυποποιημένων και συσκευασμένων προϊόντων, δίνει μια εφιαλτική εικόνα του μελλοντικού κόσμου. Λύσεις έχουν προταθεί (παραγωγή βιοδιασπώμενων πλαστικών, παραγωγή ενέργειας από τα οργανικά α., εισαγωγή στην ανακύκλωση), καμία όμως από αυτές δεν φαίνεται να λύνει οριστικά το πρόβλημα. Ενδεικτικά, ως προς τα βιοδιασπώμενα πλαστικά, αναφέρουμε ότι, παρότι φαίνονται καλύτερα, η διάσπασή τους θα καταλήξει επίσης σε ρύπανση, ενώ οι άλλες δύο λύσεις απαιτούν νέες εγκαταστάσεις που κι αυτές θα ρυπαίνουν το περιβάλλον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • στερκοράριος — Όνομα πτηνών της οικογένειας των Στερκοραριδών, της τάξης των χαραδριόμορφων και εντόμων της οικογένειας των Σκαραβαιιδών. Οι Στερκοραρίδες ή Κοπροδίαιτοι, ονομάζονται έτσι γιατί κατά το παρελθόν πιστευόταν ότι τρέφονταν από τ απορρίμματα άλλων… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • αποχέτευση — Σύστημα υπονόμων και σωλήνων που χρησιμεύουν για να μεταφέρουν μακριά από ορισμένες ζώνες, ιδιαίτερα τις κατοικημένες, τα υγρά και καμιά φορά και τα στερεά απορρίμματα (λύματα). Διακρίνουμε δύο κατηγορίες υδάτων προς α., τα ακάθαρτα και τα νερά… …   Dictionary of Greek

  • εκβολάδα — η (Α ἐκβολάς) οτιδήποτε αποβάλλεται ή απορρίπτεται, κυρίως τα απορρίμματα τών μεταλλουργικών εργασιών νεοελλ. 1. τα απορρίμματα τής αρχαίας μεταλλουργίας και ιδίως τού Λαυρίου 2. φρ. νεοελλ. «εσωτερικές εκβολάδες» αυτές που απορρίπτονται μέσα στα …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • ακαθάριστος — η, ο [καθαρίζω] 1. αυτός που δεν έχει καθαριστεί, ο ακάθαρτος «ακαθάριστο σπίτι», «ακαθάριστο ποτήρι» 2. εκείνος πού δεν έχει απαλλαχθεί από ξένες ουσίες ή απορρίμματα «ακαθάριστο σιτάρι», «ακαθάριστο χωράφι» 3. ο αξεφλούδιστος «ακαθάριστα μήλα»… …   Dictionary of Greek

  • ανάριμμα — το 1. αυτό που ρίχνεται (π.χ. λιθάρι) 2. που πετιέται, απορρίμματα, μπάζα 3. ανάστημα, παράστημα, κορμοστασιά …   Dictionary of Greek

  • αποδέκτης — Το πρόσωπο ή η αρχή όπου απευθύνεται ένα τηλεγράφημα, ένα τηλεφώνημα, μία επιστολή κλπ. Έτσι λέγεται επίσης και o τελικός σταθμός προορισμού ενός τηλεγραφήματος, ενώ o ενδιάμεσος σταθμός που πιθανώς να το δεχτεί λέγεται ενδιάμεσος σταθμός… …   Dictionary of Greek

  • απόρριμμα — το απόριγμα, σκουπίδι. [ΕΤΥΜΟΛ. < απορρίπτω. Η λ. στον πληθ. (απορρίμματα, τα) μαρτυρείται από το 1796 στο Γερμανοαπλορρωμαϊκό Λεξικό του Karl Weigel] …   Dictionary of Greek

  • βασιλικός — (ocimum basilicum). Φυτό ποώδες, μονοετές, κηπευτικό, πολύ αρωματικό, της οικογένειας των χειλανθών, ύψους 25 60 εκ. Έχει κόμη λίγο ή πολύ διακλαδισμένη, φύλλα ωοειδή, μυτερά, ακέραια ή οδοντωτά, ανώμαλα στην άνω επιφάνεια, πράσινα, έντονα ή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”